Δευτέρα, Ιανουαρίου 17, 2011

O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΧΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

 

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ», Όργανο της Οργάνωσης των Κομμουνιστών Μαρξιστών - Λενινιστών Ελλάδας, Χρόνος 1, Αριθ. φύλλου 12, Δεκέμβρης 1982

O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΧΑΡΑΧΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

ARISTOTEL PANO και KICO KAPETANI

"Αλβανία Σήμερα" 5/1978

O εκφυλισμός των σχέσεων ιδιοχτησίας στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες συνοδεύτηκε από τον εκφυλισμό των σχέσεων Διανομής, Ανταλλαγής και Διεύθυνσης. Αυτός ο εκφυλισμός των στοιχείων των σχέσεων Παραγωγής ήταν ένα σύνθετο, πολύπλοκο προτσές με αμοιβαίες συνδέσεις και επιδράσεις.

«Η ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ», ΕΙΠΕ O ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΙΑ ΣΤΟ 7ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΕΑ, «ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΩΣ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟΤΕΡΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΤΗΣ ΚΑΙ O ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΠΑΛΙΝΟΡΘΩΘΗΚΕ Σ ΟΛΑ ΤΑ ΠΕΔΙΑ» (ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΙΑ, ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ 7ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΕΑ, ΣΕΛ. 270). ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΙΑΣ ΒΑΘΙΑΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ, ΤΩΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΟΨΕΩΝ ΚΑΙ ΤΑΣΕΩΝ ΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΠΡΟΤΣΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΙΝΟΡΘΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΛΛΕΣ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ.

Το προτσές της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στις υπόλοιπες ρεβιζιονιστές χώρες ξεκίνησε από την αλλαγή του χαραχτήρα του κόμματος και του κράτους, ξεκίνησε με την αντεπαναστατική μεταβολή στον τομέα του πολιτικού και ιδεολογικού εποικοδομήματος, ξεκίνησε με την προδοσία των διδαγμάτων του μαρξισμού - λενινισμού και σε πρώτη γραμμή με την προδοσία της διδασκαλίας για την ταξική πάλη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μετατραπεί η Διχτατορία του Προλεταριάτου σε μια αστική διχτατορία, σε μια κτηνώδη φασιστική διχτατορία της νέας ρεβιζιονιστές μπουρζουαζίας — το σοσιαλιστικό Σοβιετικό Κράτος μετατράπηκε σ’ένα σοσιαλιμπεριαλιστικό κράτος.

Παρ’όλο που το προτσές του καπιταλιστικού εκφυλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες ξεκίνησε από την αντεπαναστατική μεταβολή στον τομέα του εποικοδομήματος, το εποικοδόμημα δεν εκφυλίστηκε τελικά από μόνο του, έξω και ανεξάρτητα από τις σχέσεις παραγωγής, ξεχωριστά από το σύνολο της κοινωνικοοικονομικής βάσης. Σ’αυτές τις χώρες, οι σοσιαλιστικές σχέσεις Παραγωγής, ιδιαίτερα στον τομέα της Διανομής, σε μεμονωμένες όψεις και από ορισμένη άποψη είχαν ήδη σπάσει. Μέσω της επέκτασης του συστήματος των πριμ και γενικά με την χρησιμοποίηση πρόσθετων υλικών κινήτρων σε πλατιά κλίμακα δημιουργήθηκαν οι όροι για την εμφάνιση των διαφορών και των δυσαναλογιών στον τομέα της Διανομής, για την εμφάνιση του στρώματος των γραφειοκρατών και τεχνοκρατών σ’αυτές τις χώρες, το οποίο, όπως φάνηκε αργότερα, έγινε το βασικό κοινωνικό στήριγμα των ρεβιζιονιστών κλικών, οι οποίες σφετερίστηκαν την εξουσία της εργατικής τάξης σ’αυτές τις χώρες. Έτσι πρόκειται για μια αμοιβαία εξάρτηση και μια στενή σύνδεση μεταξύ του εκφυλισμού του εποικοδομήματος και της βάσης, όπου το ένα ωθούσε προς τα μπρος το άλλο, όπου τα δυο αλληλοπαροτρύνονταν, ώσπου τελικά πήραν την πλήρη καπιταλιστική τους μορφή, ώσπου εκτελέστηκε σ’αυτές τις χώρες η καπιταλιστική μεταβολή σ’όλους τους τομείς της πολιτικής, της ιδεολογικής, της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής, ώσπου αστικοποιήθηκε πέρα για πέρα η σοβιετική κοινωνία.

O εκφυλισμός του εποικοδομήματος και σε πρώτη γραμμή η μετατροπή της Διχτατορίας του Προλεταριάτου σε μια αστική διχτατορία πραγματοποιήθηκε και έγινε πράξη από την αποστάτρια χρουτσωφική κλίκα με καθορισμένο σκοπό. Η πραγματοποίηση αυτού του προτσές έδωσε σ’αυτή την κλίκα την δυνατότητα, να προωθήσει σε πλατιά κλίμακα και με γοργό ρυθμό τον εκφυλισμό ολόκληρου του συστήματος των σοσιαλιστικών σχέσεων Παραγωγής, να προωθήσει την μετατροπή τους σε καπιταλιστικές σχέσεις Παραγωγής, να προωθήσει τον καπιταλιστικό εκφυλισμό ολόκληρης της κοινωνικής ζωής σ’αυτές τις χώρες. O εκφυλισμός του εποικοδομήματος και ο εκφυλισμός της οικονομικής βάσης στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστές χώρες δεν ήταν καθόλου σύντομα και μοναδικά προτσές, αλλά ήταν μακρόχρονα προτσές, τα οποία στην ανάπτυξή τους περιπλέκονταν μεταξύ τους και αμοιβαία αλληλοπαροτρύνονταν. Η συνέπεια όλων αυτών των προτσές ήταν ο πλήρης εκφυλισμός των σχέσεων ιδιοκτησίας, των σχέσεων Διανομής, των σχέσεων Ανταλλαγής και των σχέσεων Διεύθυνσης από σοσιαλιστικές σχέσεις σε καπιταλιστικές σχέσεις.

* * *

O πυρήνας ολόκληρου του προτσές του πισωγυρίσματος της καταστροφής των σοσιαλιστικών σχέσεων Παραγωγής στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες βρίσκεται στον εκφυλισμό των σχέσεων Ιδιοχτησίας, στη μετατροπή της σοσιαλιστικής ιδιοχτησίας σε καπιταλιστική ιδιοκτησία νέου τύπου. «Η αλλαγή του χαραχτήρα του Κόμματος και του Κράτους, η αντεπαναστατική μεταβολή στον τομέα του πολιτικού και ιδεολογικού Εποικοδομήματος» μας διδάσκει ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια, «οδηγεί αναπόφευκτα και στη μεταβολή της οικονομικής βάσης του σοσιαλισμού» (Ενβέρ Χότζια, Εισήγηση στο 6ο συνέδριο του ΚΕΑ 7971, σελ. 254, Τίρανα 1972).

Όπως είναι γνωστό, οι σχέσεις Παραγωγής αλλάζουν, ιδιαίτερα όμως η κρατική ιδιοκτησία, το περιεχόμενο τους, σε εξάρτηση από το κοινωνικό - οικονομικό καθεστώς, από τον ταξικό χαραχτήρα του Κράτους. Η ιδιοκτησία είναι αυτή, πάνω στην οποία στηρίζεται η Βάση και το Εποικοδόμημα της κοινωνίας. Η καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία αποτελεί την οικονομική Βάση του καπιταλιστικού Κράτους, ενώ αυτό σε τελευταία ανάλυση καθορίζει το πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο αυτής της ιδιοχτησίας.

Η κρατική ιδιοκτησία στη Σοβιετική Ένωση είναι μια μορφή της καπιταλιστικής ατομικής Ιδιοχτησίας μ’ένα υψηλό βαθμό συγκέντρωσης της Παραγωγής και των Κεφαλαίων. Η ρεβιζιονιστική μπουρζουαζία είναι ο αληθινός ιδιοκτήτης των κρατικών επιχειρήσεων και με την βοήθεια του κράτους εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη και όλες τις εργαζόμενες μάζες της χώρας. Μέσω αυτής της εκμετάλλευσης σταθεροποιεί την οικονομική της θέση και παράλληλα μ’αυτό εδραιώνει επίσης παραπέρα την πολιτική της κυριαρχία.

Όταν λέμε, ότι η κρατική ιδιοκτησία στη Σοβιετική Ένωση είναι μια μορφή της καπιταλιστικής ατομικής Ιδιοκτησίας και ότι η σοβιετική οικονομία έχει μετατραπεί σε μια καπιταλιστική οικονομία, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι αυτός ο καπιταλισμός δεν είναι του κλασσικού τύπου αλλά είναι καπιταλισμός ενός ιδιαίτερου τύπου. Οι όροι διαφέρουν σε πολλά σημεία, οι Νόμοι και οι Κατηγορίες της καπιταλιστικής οικονομίας, που δρουν στην σοβιετική οικονομία, εξαιτίας αυτού δεν εμφανίζονται με την κλασσική τους μορφή, αλλά σε ιδιαίτερη μορφή, παρά το γεγονός ότι ως προς το περιεχόμενο τους είναι ολοκληρωτικά καπιταλιστικοί.

O νέος τύπος συνίσταται μόνο στο δρόμο της εμφάνισής του, στο ρόλο του και στο μηχανισμό του, ως προς την ουσία του όμως είναι καπιταλισμός όπως και στις άλλες καπιταλιστικές χώρες.

Η σοβιετική οικονομία αναπτύσσεται σήμερα πάνω στη βάση των Νόμων και των Κατηγοριών της καπιταλιστικής οικονομίας.. Οι βασικοί Νόμοι, που στη βάση τους «ρυθμίζεται» η κοινωνική Παραγωγή, είναι ο Νόμος του καπιταλιστικού Κέρδους της ρεβιζιονιστές οικονομίας και ο νόμος της Αξίας. Σε συμφωνία μ’αυτούς τους Νόμους, τέτοιες Κατηγορίες, όπως Εμπόρευμα, Κέρδος, Αγορά, Αποδοτικότητα, κλπ, κρατούν σε κίνηση ολόκληρο το μηχανισμό της Διεύθυνσης των επιχειρήσεων. Χαρακτηριστική για την σοβιετική οικονομία είναι η Εμπορευματική Παραγωγή σε καπιταλιστική βάση. Οι σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων ρυθμίζονται μέσω της Αγοράς. Η Εμπορευματική Παραγωγή γίνεται γενικά με την μορφή της ελεύθερης πούλησης και με σκοπό το Κέρδος. Τα Μέσα Παραγωγής πουλιούνται και αγοράζονται ελεύθερα, έχουν ολοκληρωτικά μετατραπεί σε Εμπόρευμα. Η Εργατική Δύναμη έχει επίσης μετατραπεί σ’ένα Εμπόρευμα. Κάτω απ’αυτές τις συνθήκες, αφού κυριαρχεί η Εμπορευματική Οικονομία και η Εργατική Δύναμη έχει γίνει Εμπόρευμα, δηλαδή αφού οι παραγωγοί δεν κατέχουν καθόλου Μέσα Παραγωγής, είναι, όπως τονίζει ο Λένιν, η οικονομία μια αστική οικονομία, αυτή υπάρχει και αναπτύσσεται στις βάσεις της αστικής οικονομίας.

Οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές δηλώνουν, ότι η κρατική ιδιοκτησία στη Σοβιετική Ένωση έχει κοινωνικό χαραχτήρα. Είναι αυτονόητο, ότι για λόγους δημαγωγίας δεν μπορούν να παραιτηθούν από την μαρξιστική - λενινιστική φρασεολογία. Όμως αυτό δεν αλλάζει τίποτε στο περιεχόμενο των πραγμάτων και των φαινομένων. Γιατί, όπως έχει τονίσει ο Καρλ Μαρξ, το πρόβλημα δεν είναι, ποιός είναι ο ονομαστικός ιδιοκτήτης της κρατικής επιχείρησης, αλλά ποιός βγάζει κέρδη απ’αυτή την ιδιοκτησία. Πως μπορεί να είναι μια ιδιοκτησία σοσιαλιστική, όταν στον τομέα της Διανομής των υλικών αγαθών διατηρεί μια πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ των διαφόρων τάξεων και στρωμάτων της κοινωνίας και αυτή η ανισότητα καθημερινά βαθαίνει; Μπορεί μια ιδιοκτησία να είναι σοσιαλιστική, όταν τα μέλη της τάξης της ρεβιζιονιστικής μπουρζουαζίας, οι διευθυντές των επιχειρήσεων κλπ, έχουν το δικαίωμα, να απολύουν αυθαίρετα τους εργάτες, να καθορίζουν κατά βούληση το ύψος του μισθού των εργατών, το μέγεθος του κέρδους, το οποίο ιδιοποιούνται, όταν αυτοί έχουν το δικαίωμα να πουλούν ανεμπόδιστα τα Μέσα Παραγωγής, να χρησιμοποιούν το ελεύθερο παιχνίδι των τιμών και τις καπιταλιστικές σχέσεις προς τις άλλες μονοπωλιακές επιχειρήσεις κλπ. Είναι αυτονόητο, ότι μια τέτοια ιδιοκτησία έχει διατηρήσει μόνο για λόγους δημαγωγίας το όνομα «σοσιαλιστική».

Το ότι στη Σοβιετική Ένωση η ιδιοκτησία εμφανίζεται με τη μορφή της Κρατικής ιδιοχτησίας, όχι μόνο δεν αποκλείει καθόλου την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από την ρεβιζιονιστική μπουρζουαζία, αλλά αντίθετα βαθαίνει αυτή την εκμετάλλευση ακόμα παραπέρα, «Το σημερινό σοβιετικό κράτος» είπε ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια «διευθύνει σαν συλλογικός καπιταλιστής τα Μέσα Παραγωγής στο όνομα και προς το συμφέρον της νέας σοβιετικής μπουρζουαζίας. Η κοινή σοσιαλιστική ιδιοκτησία μετατράπηκε σ’έναν κρατικό καπιταλισμό νέου τύπου» (Ενβέρ Χότζια, Εισήγηση στο 6ο συνέδριο του ΚΕΑ 1971, σελ, 254, Τίρανα 1972).

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής ιδιοχτησίας σ’αυτές τις χώρες, είναι, ότι τα βασικά Μέσα Παραγωγής είναι συλλογική ιδιοκτησία ολόκληρης της τάξης των νέων ρεβιζιονιστών καπιταλιστών και χρησιμοποιούνται απ’αυτή για τα δικά της συμφέροντα και η εργατική τάξη υποβάλλεται σε εκμετάλλευση. Γι’αυτό η μετατροπή της σοσιαλιστικής ιδιοχτησίας σε καπιταλιστική ιδιοκτησία νέου τύπου στις ρεβιζιονιστές χώρες πρέπει να αναζητηθεί σε πρώτη γραμμή στον χαραχτήρα των πραγματικών οικονομικών σχέσεων, στο σκοπό της χρησιμοποίησής της και στις οικονομικές Κατηγορίες, οι οποίες αντανακλούν την ουσία της. Στην πραγματικότητα στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες άλλαξαν και οι Νόμοι και οι Νομικοί Κανόνες, σαν αντανάκλαση αυτής της καπιταλιστικής μεταβολής, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι για λόγους δημαγωγίας, διατηρήθηκαν μερικές παλιές νομικές εκφράσεις. O εκφυλισμός της ιδιοκτησίας στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστές χώρες, δεν μπορεί, λόγω πολυάριθμων πολιτικών, οικονομικών, ιστορικών και ψυχολογικών παραγόντων και καταστάσεων, να ακολουθήσει την κλασσική μορφή του τεμαχισμού της ιδιοχτησίας, κατά την οποία η ιδιοκτησία περνάει στην κατοχή μεμονωμένων καπιταλιστών. Αντίθετα αυτό έγινε, με το να μετατραπεί η σοσιαλιστική ιδιοκτησία σε κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία και να περάσει στην εξουσία διάθεσης της νέας ρεβιζιονιστές μπουρζουαζίας. Για την εργατική τάξη είναι σε τελευταία ανάλυση ασήμαντο, αν n ιδιοκτησία βρίσκεται στα χέρια μεμονωμένων καπιταλιστών ή στα χέρια του ενωμένου κεφαλαίου με την μορφή των κρατικών μονοπωλίων. Και στην μια και στην άλλη περίπτωση υπάρχει εκμετάλλευση, με τη μορφή της ατομικής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης ή με τη μορφή της συλλογικής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Η μαρξιστική - λενινιστική θεωρία μας διδάσκει, ότι το «Κεφάλαιο δεν είναι τίποτε χωρίς την μισθωτή εργασία, χωρίς την Αξία, χωρίς το Χρήμα, χωρίς τις Τιμές κλπ,». Η ανάλυση των καπιταλιστικών σχέσεων ιδιοχτησίας στη Σοβιετική Ένωση και σης άλλες ρεβιζιονιστές χώρες δεν μπορεί κατά συνέπεια να γίνει χωριστά από την ανάλυση των οικονομικών Νόμων και Κατηγοριών, πάνω στα οποία έχουν οικοδομηθεί οι καπιταλιστικές σχέσεις Ιδιοχτησίας σ’αυτές τις χώρες. O Μαρξ στο έργο του «Το Κεφάλαιο» υποβάλλει σε ανάλυση την ουσία των καπιταλιστικών σχέσεων Παραγωγής και τονίζει, ότι αυτές οι σχέσεις παρουσιάζουν δύο ιδιαίτερα γνωρίσματα: σε πρώτη γραμμή την ανάπτυξη των σχέσεων Εμπόρευμα — Χρήμα σε ανώτατο επίπεδο, όπου και η εργατική δύναμη γίνεται Εμπόρευμα, και δεύτερο την Υπεραξία σαν το βασικό και άμεσο σκοπό της Παραγωγής. Αυτά τα δύο γνωρίσματα της καπιταλιστικής οικονομίας υπάρχουν βασικά σ’όλες τις όψεις των σχέσεων ιδιοχτησίας σ’αυτές τις χώρες και είναι ενσωματωμένες σ’όλες τις κατευθύνσεις του ολόπλευρου εκφυλισμού τους.

O χαραχτήρας και το περιεχόμενο της ιδιοχτησίας εξαρτώνται σε τελευταία ανάλυση από την φύση και από τον χαραχτήρα του κράτους. Εκείνοι, που έχουν την κρατική μηχανή στα χέρια τους, διαθέτουν (κατέχουν) και τα Μέσα Παραγωγής και χρησιμοποιούν την κρατική μηχανή σαν ισχυρό όπλο για την διατήρηση και στερέωση της οικονομικής τους βάσης και για την αύξηση του καπιταλιστικού πλούτου και των κερδών. Σε σχέση μ’αυτό το ζήτημα ο Καρλ Μαρξ έχει τονίσει, ότι όσον καιρό οι πλούσιες τάξεις βρίσκονται στην εξουσία, κάθε κρατικοποίηση δεν σημαίνει την εξάλειψη της εκμετάλλευσης, αλλά μόνο την αλλαγή της μορφής της. Τυπικά και προς τα έξω η κρατική ιδιοκτησία στη Σοβιετική Ένωση χαρακτηρίζεται σαν «σοσιαλιστική», στην πραγματικότητα όμως δεν έχει απολύτως τίποτα το σοσιαλιστικό ούτε ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς την μορφή. Η άλλοτε σοσιαλιστική ιδιοκτησία έχει περάσει στα χέρια της νέας σοβιετικής μπουρζουαζίας, που χρησιμοποιεί αυτή την ιδιοκτησία σαν μέσο πλουτισμού και για το καπιταλιστικό κέρδος, με το να ιδιοποιείται την Υπεραξία που δημιουργούν η εργατική τάξη και οι εργαζόμενες μάζες.

Σ’αυτές τις χώρες οι επιχειρήσεις έχουν απεριόριστη ελευθερία δράσης στον τομέα της Παραγωγής, της Διανομής, της Συσσώρευσης, των Επενδύσεων Κεφαλαίου και της χρησιμοποίησης των βασικών Φόντων. Οι αρμοδιότητες που έχουν παραχωρηθεί στους διευθυντές των οικονομικών Ενώσεων, των Βιομηχανικό-αγροτικών Συγκροτημάτων και των επιχειρήσεων στη χρησιμοποίηση και τη διεύθυνση των Μέσων Παραγωγής ως την πούλησή τους, οι αρμοδιότητες στον τομέα των σχέσεων Ανταλλαγής και της Διανομής των προϊόντων, δηλαδή να τα πουλούν με βάση τα στενά δικά τους συμφέροντα για να μπορούν να συσσωρεύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα έσοδα και κέρδη, δείχνουν καθαρά την βαθειά αποκέντρωση της οικονομίας και τον πλήρη καπιταλιστικό της χαραχτήρα.

Οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές έχουν δημιουργήσει, από καιρό τώρα, Ενώσεις Επιχειρήσεων σύμφωνα με το πρότυπο των καπιταλιστικών μονοπωλίων, τόσο μέσα στη Σοβιετική Ένωση όσο και με τα άλλα ρεβιζιονιστικά κράτη. Μ’αυτόν τον τρόπο ιδιοποιούνται επίσης και ένα μέρος της Υπεραξίας που δημιουργείται από την εργατική τάξη και τις εργαζόμενες μάζες αυτών των χωρών. Τέτοιες Ενώσεις με την μορφή των Τραστ δημιουργήθηκαν σε πολλούς τομείς της Παραγωγής, στη Βιομηχανία, στο Εμπόριο, στις Μεταφορές, στη Βιομηχανία εξόρυξης και επεξεργασίας μετάλλων, στον τομέα της παροχής Υπηρεσιών κλπ. Παράλληλα μ’αυτά δημιουργήθηκαν επίσης Βιομηχανικο-αγροτικά Συγκροτήματα καπιταλιστικού τύπου. Όλες αυτές οι μορφές των καπιταλιστικών Τραστ και Συγκροτημάτων καταβρόχθισαν πολλές μικρές και μεσαίες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες, δεν άντεξαν στον ανταγωνισμό. Επειδή δεν είναι ικανές να αντιμετωπίσουν αυτόν τον αγώνα, περνούν ή κάτω από τον έλεγχο των Ενώσεων μονοπωλιακού τύπου ή καταστρέφονται.

Στην ύπαιθρο κυριαρχεί, εκτός από την καπιταλιστική ιδιοκτησία των κολχόζ, η οποία ως προς το περιεχόμενο παρουσιάζει τα ίδια γνωρίσματα και αποτελέσματα όπως η ιδιοκτησία των καπιταλιστών στη γεωργία των Δυτικό ευρωπαϊκών χωρών, επίσης σε μεγάλη κλίμακα η ιδιοκτησία των κουλάκων πάνω στη γη και στα άλλα Μέσα Παραγωγής, n ιδιοκτησία των κολχόζνικων κήπων κλπ.

O κολχόζνικος κήπος έχει πάρει μια πολύ σπουδαία ανάπτυξη και ήδη από καιρό τώρα έχει μετατραπεί σε πρόσφορο κοινωνικο-οικονομικό έδαφος, που γεννάει συνεχώς καπιταλιστικά στοιχεία. O σοβιετικός ρεβιζιονιστικός τύπος έγραφε πριν λίγο καιρό, ότι «η κατάργηση των περιορισμών σχετικά με την προσωπική οικονομία των αγροτών των κολχόζ, των εργατών και των υπαλλήλων συνέβαλε σε μια αύξηση της παραγωγής και κατά συνέπεια και σε μια αύξηση της πούλησης των αγροτικών προϊόντων στην αγορά». Σύμφωνα με ομολογίες του σοβιετικού τύπου η έκταση των κολχόζνικων κήπων διπλασιάστηκε μέσα σε 10 χρόνια. Στα 1976 η παραγωγή σιτηρών αυτών των κήπων ξεπέρασε τα 12 εκατομμύρια τόνους. Σε εθνική κλίμακα, αυτοί οι κήποι, έχουν μια σπουδαία σημασία, συγκεκριμένα: αυτοί δίνουν το 64 % της παραγωγής πατάτας, το 42 % της παραγωγής κρέατος, πάνω από το 40 % της παραγωγής γάλακτος, το 65 % της παραγωγής αυγών, το 20 % της παραγωγής μαλλιών κλπ. Από το 1965 το 1/3 του εργατικού δυναμικού που απασχολείται στη σοβιετική γεωργία, ασχολείται άμεσα στους κολχόζνικους κήπους. Εκτός από αυτό τα μέλη των κολχόζ χρησιμοποιούν το 1/3 του εργάσιμου χρόνου σε απασχόληση στην οικονομία των κολχόζνικων κήπων. Μετρήσεις κατά προσέγγιση δείχνουν, ότι η έκταση αυτού του τομέα της οικονομίας των κολχόζνικων κήπων στη Σοβιετική Ένωση φτάνει τα 7,5 εκατομμύρια εκτάρια γης.

Η αλλαγή του χαραχτήρα της ιδιοχτησίας και μαζί με αυτό n μετατροπή της Εργατικής Δύναμης σε Εμπόρευμα, η ολόπλευρη επέκταση των σχέσεων Εμπόρευμα - Χρήμα, το γεγονός, ότι στις ρεβιζιονιστές χώρες n οικονομία τοποθετήθηκε στη βάση των Κατηγοριών της καπιταλιστικής οικονομίας, όλα αυτά βρίσκουν την καθαρή και συγκεκριμένη, συμπυκνωμένη έκφρασή τους στην αλλαγή του Σκοπού της κοινωνικής Παραγωγής. Στις ρεβιζιονιστές χώρες, ακριβώς όπως και στις καπιταλιστικές χώρες, μοναδικός Σκοπός της Παραγωγής είναι η αποκόμιση ανωτάτων κερδών προς το συμφέρον της ρεβιζιονιστές καπιταλιστικής μπουρζουαζίας, προερχομένων από την εκμετάλλευση των εργαζομένων μαζών, οι οποίες έχουν απογυμνωθεί από τα Μέσα Παραγωγής.

Στο 5ο συνέδριο του ΚΕΑ ο σύντροφος Ένβέρ Χότζια μίλησε γι’αυτά τα προτσές στις ρεβιζιονιστές χώρες και τόνισε, ότι οι ρεβιζιονιστές «κηρύσσουν το κέρδος σε μοναδικό και απόλυτο Σκοπό της δραστηριότητας των επιχειρήσεων και σε βασική κινητήρια δύναμη της Παραγωγής» (Ενβέρ Χότζια, Εισήγηση στο 5ο συνέδριο του ΚΕΑ, 1966 σελ. 110).

Ένα από τα πιο σπουδαία στοιχεία σ’ολόκληρο το προτσές της επέκτασης και του βαθέματος του καπιταλιστικού χαραχτήρα των σχέσεων Παραγωγής ήταν η μετατροπή της Εργατικής Δύναμης σε Εμπόρευμα. O μαρξισμός - λενινισμός μας διδάσκει, ότι ο καπιταλισμός είναι το στάδιο της εμπορευματικής Παραγωγής, στο οποίο και η Εργατική Δύναμη γίνεται Εμπόρευμα. Ακριβώς επειδή τώρα στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστές χώρες, αυτό το προτσές της μετατροπής της Εργατικής Δύναμης σε Εμπόρευμα έχει πλέρια ολοκληρωθεί, είναι αυτονόητο ότι έχουμε εδώ να κάνουμε με μια οικονομία, στην οποία έχουν εισχωρήσει, μέσω όλων των πόρων της, οι καπιταλιστικοί Νόμοι και οι καπιταλιστικές Κατηγορίες.

Όπως είναι γνωστό, οι οικονομικοί Νόμοι δρουν μέσω της δραστηριότητας των ανθρώπων. Στην καπιταλιστική οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων ρεβιζιονιστικών χωρών, ολόκληρη η δραστηριότητα της αστικο-ρεβιζιονιστικής τάξης καθοδηγείται από την Αρχή της αποκόμισης μέγιστων κερδών. Όλες οι αποφάσεις σε σχέση με τις Επενδύσεις, τη Διεύθυνση της Παραγωγής, των Προσλήψεων κλπ. παίρνονται απλά και μόνο ξεκινώντας από την Αρχή, να εξασφαλιστεί ανώτατο Κέρδος με κάθε τρόπο και με κάθε δρόμο. Οι βασικές σχέσεις κάθε καπιταλιστικής επιχείρησης προς το κράτος, προς τον Προϋπολογισμό, προς ης Τράπεζες, κλπ. καθορίζονται έχοντας σαν βασική αφετηρία το κέρδος. Είναι αυτονόητο ότι η ρεβιζιονιστική μπουρζουαζία όλων των επιπέδων προσπαθεί με κάθε τρόπο να αυξήσει το ανώτατο κέρδος με το να εντείνει το βαθμό Εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των λοιπών εργαζομένων μαζών.

Η απολυτοποίηση του υλικού Κίνητρου παράλληλα με την ολόπλευρη αποκατάσταση των καπιταλιστικών Νόμων και Κατηγοριών της Εμπορευματικής Παραγωγής, όπως τιμές Παραγωγής και μέσο ποσοστό Κέρδους, ο Τόκος του Κεφαλαίου, κλπ., είναι μια καθαρή έκφραση του καπιταλιστικού χαραχτήρα της ιδιοχτησίας στη Σοβιετική Ένωση και στις υπόλοιπες ρεβιζιονιστικές χώρες. Σαν συνέπεια αυτού κυριαρχεί παντού ο Νόμος του Ανταγωνισμού και της Αναρχίας στην Παραγωγή. Αυτοί οι καπιταλιστικοί μετασχηματισμοί φαίνονται επίσης πολύ ξεκάθαρα από την ανάλυση των συγκεκριμένων στοιχείων της σοβιετικής καπιταλιστικής οικονομίας για το ποσοστό του καπιταλιστικού Κέρδους και το ποσοστό της Υπεραξίας.

Στα τελευταία χρόνια σαν αποτέλεσμα της έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των εργαζομένων γενικά μεγάλωσε το Κέρδος της μπουρζουαζίας. Έτσι το ποσοστό Κέρδους της σοβιετικής καπιταλιστικής βιομηχανίας το 1976 ήταν 36 % ενώ το 1971 ήταν 27,3 %. O σοβιετικός τύπος παραδέχτηκε το γεγονός, ότι στη χρονική περίοδο 1971 - 1975 εξασφαλίστηκε ένα Κέρδος 500 δισεκατομμυρίων Ρουβλιών ή 1,5 φορές μεγαλύτερο από ότι στην περίοδο 1966 - 1970.

Στις σοβιετικές επιχειρήσεις, μέσω της εντεινόμενης καταπίεσης στον τόπο δουλειάς, που έχει σαν σκοπό, την μείωση των καπιταλιστικών εξόδων παραγωγής και την ύψωση των κερδών, πετάγονται καθημερινά στο δρόμο χιλιάδες εργάτες. Έτσι η ανεργία είναι ένα επί πλέον βαρύ φορτίο που πέφτει στις πλάτες των εργαζομένων μαζών. Παρά το γεγονός ότι τα επίσημα σοβιετικά όργανα ισχυρίζονται ότι στη Σοβιετική Ένωση δεν υπάρχουν άνεργοι, είναι στην πραγματικότητα έτσι, ότι αυτή η μάστιγα κάθε καπιταλιστικού κράτους, με ορισμένες ιδιομορφίες, βασικά σαν λανθάνουσα ανεργία, εμφανίζεται και σ’αυτή την χώρα. Ο ίδιος ο ρεβιζιονιστικός τύπος παραδέχτηκε, ότι περίπου 6 εκατομμύρια άνθρωποι ικανοί για εργασία δεν βρίσκονται σε καμιά σχέση εργασίας, ότι εκατομμύρια άλλοι δουλεύουν μόνο 120 - 180 μέρες το χρόνο, ότι κάθε χρόνο 10 % των γυναικών εγκαταλείπουν τις επιχειρήσεις κλπ. Στο μεταξύ εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι χάνουν πολύ χρόνο με το να είναι αναγκασμένοι να μετακινούνται από μια επιχείρηση σε μια άλλη για να βρουν μια θέση εργασίας. Σύμφωνα με την «Πράβδα», οι «οδοιπόροι» όπως αυτή ονομάζει αυτούς τους ανθρώπους, χάνουν περίπου 70 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες στη βιομηχανία, 20 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες στη γεωργία και 5 εκατομμύρια εργάσιμες μέρες στον τομέα των μεταφορών.

* * *

Ο εκφυλισμός των σχέσεων ιδιοχτησίας στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες συνοδεύτηκε από τον εκφυλισμό των σχέσεων Διανομής, των σχέσεων Ανταλλαγής και των σχέσεων Διεύθυνσης. Αυτός ο εκφυλισμός στοιχείων των σχέσεων Παραγωγής ήταν ένα σύνθετο πολύπλοκο προτσές με αμοιβαίες συνδέσεις και επιδράσεις.

Το προτσές της παλινόρθωσης των καπιταλιστικών σχέσεων Διανομής χαρακτηρίζεται από δυο βασικά σημεία: η εργατική τάξη που απογυμνώθηκε από τα Μέσα Παραγωγής άρχισε, σχετικά με την Διανομή των εσόδων, να παίρνει μόνο την Αξία που αντιστοιχεί στην εργατική της δύναμη με την μορφή του καπιταλιστικού μισθού, ενώ η νέα ρεβιζιονιστική μπουρζουαζία ιδιοποιείται το άλλο μέρος της νεοδημιουργημένης Αξίας με την μορφή της Υπεραξίας.

Η Υπεραξία, την οποία ιδιοποιείται η σοβιετική μπουρζουαζία, παίρνει διάφορες μορφές. Αυτή η μπουρζουαζία, η οποία διαθέτει (κατέχει) συλλογικά τα Μέσα Παραγωγής, μετατρέπει ένα μεγάλο μέρος αυτής της Υπεραξίας σε κεφάλαιο με την μορφή του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Αυτό το τμήμα της Υπεραξίας καθώς και τα Μέσα Παραγωγής τα κατέχει και τα ιδιοποιείται σαν τάξη. Ένα άλλο μέρος της Υπεραξίας, η μπουρζουαζία το μοιράζει ατομικά στα μέλη της τάξης της, με την μορφή παχυλών αποδοχών και πολλών πριμ, τα οποία προορίζονται για τους νέους σοβιετικούς μάνατζερ και τα οποία μεγαλώνουν καθημερινά.

Αρκεί να συγκρίνει κανείς το δεύτερο μέρος της Υπεραξίας, το οποίο ιδιοποιούνται τα μέλη της σοβιετικής μπουρζουαζίας με την μορφή «των αποδοχών και των πριμ», με το μισθό ενός απλού εργάτη, για να κατανοήσει τον εκμεταλλευτικό χαραχτήρα των καπιταλιστικών σχέσεων Διανομής στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες, στις οποίες οι ρεβιζιονιστικές κλίκες έχουν σφετεριστεί την εξουσία. Οι αποδοχές και τα πριμ για τους ανώτερους σοβιετικούς μάνατζερ (χωρίς να μιλήσουμε εδώ καθόλου για την ελίτ του κόμματος, του κράτους, του στρατού, της Κα-Γκε-Μπε, της επιστήμης) είναι σήμερα 15 - 20 φορές υψηλότερες από τον μισθό ενός απλού εργάτη.

Ολόκληρο το σύστημα Διανομής που κυριαρχεί στις ρεβιζιονιστικές χώρες και ο μεγάλος αριθμός των πρόσθετων πριμ, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις, κάτω από την ετικέτα «της αναγνώρισης ιδιαίτερων υπηρεσιών στον τομέα της Διεύθυνσης» είναι απεριόριστα, εξυπηρετούν την ατομική, ιδιοποίηση, εκ μέρους της νέας μπουρζουαζίας, ενός μέρους της Υπεραξίας η οποία παράγεται από την απλήρωτη εργασία των μισθωτών εργατών σ’αυτές τις χώρες. Ο βαθμός Εκμετάλλευσης των εργατών σε κάθε καπιταλιστική οικονομία μετριέται με το ποσοστό Υπεραξίας, το οποίο παριστάνει τη σχέση της Υπεραξίας προς το μεταβλητό Κεφάλαιο. Στις στατιστικές των ρεβιζιονιστικών χωρών, το μέγεθος του μεταβλητού κεφαλαίου, και σ’αυτόν τον τομέα, νοθεύεται με το να συμπεριλαμβάνεται σ’αυτό ένα μέρος των αποδοχών της νέας σοβιετικής μπουρζουαζίας, η οποία, όπως είναι γνωστό, ιδιοποιείται άμεσα ένα μέρος της Υπεραξίας. Όμως και από αυτά τα «καλοχτενισμένα» στοιχεία των στατιστικών της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων ρεβιζιονιστικών χωρών προκύπτει, ότι ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης μόνο στη Σοβιετική Ένωση ήταν το 1975 25 % υψηλότερος απ ότι το 1960.

Ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια μας διδάσκει ότι, όπως η ατομική ιδιοκτησία γεννάει κάθε μέρα και κάθε ώρα τον καπιταλισμό, έτσι και «οι παχυλές αποδοχές» ξυπνούν την επιθυμία για την δημιουργία μεγάλων κερδών με νόμιμο ή παράνομο δρόμο, ξυπνούν την επιθυμία για να ζει, να τρώει και να ντύνεται κανείς μ’αστικό τρόπο. Ακριβώς αυτό το φαινόμενο εμφανίστηκε στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες, όπου μέσω της επέκτασης «του αστικού δικαίου» παλινορθώθηκαν οι καπιταλιστικές σχέσεις Διανομής, όπου σήμερα οι νέοι σοβιετικοί μπουρζουάδες διαθέτουν ένα ιδιωτικό χρηματικό κεφάλαιο περίπου 90 δισεκατομμυρίων Ρουβλιών, των οποίων μόνο οι τόκοι τους δίνουν 3 - 4 δισεκατομμύρια Ρούβλια το χρόνο (Planovoje hozjaistwo, Nr. 7/1976, Seite 124).

Πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι ο εκφυλισμός των σχέσεων Διανομής στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες έγινε μέσω μιας χωρίς όρια εξαπάτησης για το δήθεν απαραίτητο της αναγκαιότητας του δυναμώματος των υλικών κινήτρων, όπου έγιναν πάρα πολλές κερδοσκοπίες και νοθείες. Οι ρεβιζιονιστές δημιούργησαν ένα μεγάλο θόρυβο σχετικά με τα υλικά Κίνητρα και επέχτειναν απεριόριστα το «αστικό δίκαιο», το οποίο ακόμα υπάρχει στο σοσιαλισμό, που όμως αυτοί εκτέλεσαν μεγάλες ποσοτικές αλλαγές σ’αυτόν τον τομέα. Έτσι αυτοί, αντί να περιορίσουν, όπως υπέδειξε ό Λένιν, το «αστικό δίκαιο» στη σφαίρα της Διανομής παλινόρθωσαν πλήρως, μέσω της επέκτασης και της παραπέρα ανύψωσης του μεγάλου μεγέθους των υλικών Κινήτρων, το δίκαιο της αστικής εκμετάλλευσης και την Πολυτελή ζωή της νέας σοβιετικής μπουρζουαζίας. Και σε μια εποχή, όπου το Κέρδος και ο αριθμός των νέων αστικών στοιχείων πολλαπλασιάζονται, ο μέσος σοβιετικός πολίτης καταναλώνει κατά μέσο όρο λιγότερο απ’ότι είναι αναγκαίο: σε κρέας και προϊόντα κρέατος 29,5 %., σε λαχανικά 40,4 %, σε βαμβακερά υφάσματα 30 %, σε μάλλινα υφάσματα 30,5 %, σε πλεκτά 50 % κλπ. κλπ. (Ekonomitscheskie nauki, Nr. 10/1976, S. 76).

Αυτές είναι οι ελλείψεις μιας μέσης σοβιετικής οικογένειας, για να μη μιλήσουμε καθόλου για τις πραγματικές ελλείψεις της υπόλοιπης μάζας των εργατών και των αγροτών, οι οποίοι πληρώνονται χαμηλότερα και οι οποίοι αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού και των οποίων η ζωή είναι πολύ πιο δύσκολη.

Παράλληλα προς τον εκφυλισμό των σχέσεων Ιδιοχτησίας στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες εκτελέστηκε και ο εκφυλισμός των σχέσεων Ανταλλαγής και των σχέσεων Διεύθυνσης.

Ο εκφυλισμός των σχέσεων Ανταλλαγής στις ρεβιζιονιστικές χώρες συνδέεται μ’ολόκληρο το προτσές του εκφυλισμού των σχέσεων Εμπόρευμα - Χρήμα. Στον τομέα της Ανταλλαγής εμπορευμάτων συμπεριλήφθηκαν και εμπορεύματα χαρακτηριστικά για τον καπιταλισμό, όπως η Εργατική Δύναμη και τα Μέσα Παραγωγής. Ταυτόχρονα στον τομέα των σχέσεων Ανταλλαγής αποκαταστάθηκαν όλες οι καπιταλιστικές Κατηγορίες, όπως : η κυριαρχία της Αναρχίας και του ανταγωνισμού της Αγοράς στην Παραγωγή, η εισαγωγή της Ανταλλαγής σύμφωνα με τις τιμές Παραγωγής, η Αποκέντρωση και το ελεύθερο παιχνίδι των Τιμών, το βάθεμα της άνισης Ανταλλαγής, η επέκταση και φιλελευθεροποίηση της Ανταλλαγής με τον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο κλπ.

Η άνιση Ανταλλαγή εμπορευμάτων φαίνεται ιδιαίτερα στις σχέσεις Ανταλλαγής της Σοβιετικής Ένωσης με τις υποτελείς χώρες. Μ’αυτή τη μέθοδο ο ρώσικος σοσιαλιμπεριαλισμός εκμεταλλεύεται τις εργαζόμενες μάζες αυτών των χωρών. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 1975 μόνο το έλλειμμα των Ανατολικο-ευρωπαϊκών χωρών στις εμπορικές συναλλαγές με την Σοβιετική Ένωση, παρουσιάζει, σε εκατομμύρια Δολάρια, την παρακάτω εικόνα: η Ανατολική Γερμανία 450, η Τσεχοσλοβακία 171, η Πολωνία 55, η Βουλγαρία 170 και η Ουγγαρία 56. Αυτά τα ελλείμματα στο ισοζύγιο εμπορικών ανταλλαγών αυτών των χωρών με την Σοβιετική Ένωση είναι ένας συγκεκριμένος δείχτης της νέο-αποικιοκρατικής πολιτικής των σοβιετικών σοσιαλιμπεριαλιστών. Αυτά δείχνουν σαφώς τον δυσμενή άνισο χαραχτήρα των πολυετών πρωτόκολλων εμπορίου, τα οποία επιβάλλει η Μόσχα στις άλλες χώρες για να τις λεηλατεί.

Ένα σπουδαίο ρόλο στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες έπαιξαν και τα αντεπαναστατικά μέτρα των ρεβιζιονιστών ηγετών για τον εκφυλισμό των σοσιαλιστικών σχέσεων Διεύθυνσης.

Η σοσιαλιστική οικονομία δεν μπορεί να υπάρξει και να αναπτυχθεί χωρίς την ενιαία και συγκεντρωτική της Διεύθυνση, χωρίς την αρμονική ανάπτυξη με την βοήθεια ενός ενιαίου κρατικού Πλάνου, χωρίς την πλατιά συμμετοχή των εργαζομένων μαζών, σε πρώτη γραμμή της εργατικής τάξης, στην Διεύθυνση της χώρας, χωρίς την πάλη ενάντια στα φαινόμενα της γραφειοκρατίας και του φιλελευθερισμού. Οι προδότες ρεβιζιονιστές κατέστρεψαν, παράλληλα με τον εκφυλισμό των σχέσεων Ιδιοχτησίας, των σχέσεων Διανομής και των σχέσεων Ανταλλαγής, επίσης και αυτές τις βασικές Αρχές της Διεύθυνσης της σοσιαλιστικής οικονομίας με το να πάρουν όλα τα μέτρα που οδήγησαν στον εκφυλισμό των σοσιαλιστικών σχέσεων Διεύθυνσης σε καπιταλιστικές σχέσεις Διεύθυνσης.

«Οι διάφορες μορφές της Οργάνωσης και της Διεύθυνσης της οικονομίας σύμφωνα με τις καπιταλιστικές μορφές», τονίζει ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια ,«δημιούργησαν στη Σοβιετική Ένωση μια κατάσταση όπως ακριβώς στην Γιουγκοσλαβία του Τίτο» (Ενβέρ Χότζια, Εισηγήσεις και Λόγοι, 1967 - 1968, σελ. 299).

Η παραίτηση από την συγκεντρωτική και σχεδιασμένη Διεύθυνση της οικονομίας, η παραχώρηση της πλήρους αυτονομίας στις οικονομικές επιχειρήσεις μέσω της λεγόμενης οικονομικής Ιδιοσυντήρησης, η Διεύθυνση της οικονομίας σύμφωνα με μια αναρχική Αποκέντρωση, όπου οι καπιταλιστικές κινητήριες δυνάμεις της Αγοράς κυριαρχούν και αποφασίζουν, και τ’άλλα μέτρα αυτού του είδους, οδήγησαν στον πλήρη εκφυλισμό των σοσιαλιστικών σχέσεων Διεύθυνσης σε καπιταλιστικές σχέσεις Διεύθυνσης.

Ολόκληρη η δραστηριότητα των επιχειρήσεων στις ρεβιζιονιστικές χώρες εκτιμιέται σύμφωνα μ’ένα δείχτη, σύμφωνα με την λεγόμενη Αποδοτικότητα προς το βασικό Φόντο, που σημαίνει στην πραγματικότητα Αποδοτικότητα του Κεφαλαίου. Τα παχυλά πριμ των νέων μάνατζερ σ’αυτές τις χώρες εξαρτώνται αποκλειστικά από την Αποδοτικότητα του βασικού Φόντου. Αυτό το παραδέχονται εντελώς ανοιχτά και οι ίδιοι οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές: «το νέο σύστημα των πριμ έχει σαν βασική Αρχή τον καθορισμό των πριμ σύμφωνα με το πραγματοποιούμενο Κέρδος. Το Κέρδος αποτελεί τη βάση του υπολογισμού του Φόντου των πριμ καθώς και την βασική πηγή της χρηματοδότησής του».

Ρυθμιστής της Παραγωγής στη Σοβιετική Ένωση και στις υπόλοιπες ρεβιζιονιστικές Χώρες είναι αποκλειστικά ο Νόμος της Αξίας και το αυθόρμητο της Αγοράς. Ένας άλλος δείχτης για την εκτίμηση της εργασίας στις επιχειρήσεις είναι ο όγκος των Πωλήσεων. Ο όγκος των Πωλήσεων καθορίζεται από την συγκυρία της Αγοράς. Έτσι, είναι στην πραγματικότητα ακριβώς το αυθόρμητο της Αγοράς, το οποίο ρυθμίζει την παραγωγή. Η κατανομή των επενδύσεων στη Σοβιετική Ένωση γίνεται σύμφωνα με τον λεγόμενο ποσοτικό συντελεστή των Επενδύσεων Κεφαλαίου, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι το μέσο ποσοστό Κέρδους.

Παράλληλα δρα σ’ολόκληρη τη σοβιετική οικονομία η Κατηγορία της καπιταλιστικής Τιμής Παραγωγής, για την οποία οι ρεβιζιονιστές βρίσκουν, με χίλια δύο τρικ, «σοσιαλιστικά» ονόματα και επιχειρήματα. Μέσω της Αποκέντρωσης των Τιμών, οι οποίες καθορίζονται από τις ίδιες ης επιχειρήσεις, μέσω των «κλιμακωτών Τιμών» κλπ., δρα τέλεια στην πράξη, σε διάφορες μορφές, το ελεύθερο παιχνίδι των Τιμών. Σ’ολόκληρη τη σοβιετική οικονομία έχει εισαχθεί η καπιταλιστική Κατηγορία του Τόκου επί του Κεφαλαίου.

Στις οικονομικές επιχειρήσεις στη Σοβιετική Ένωση οι χοντρικές Τιμές καθορίζονται με τέτοιον τρόπο που σε πρώτη γραμμή να εξασφαλίζεται το Κέρδος των επιχειρήσεων σε πλήρη αυτονομία. Σαν βάση γι’αυτό χρησιμεύει το καπιταλιστικό πρότυπο της διάθρωσης τιμής των Τιμών Παραγωγής. Η τιμή ενός εμπορεύματος υπολογίζεται ως εξής: στις τρέχουσες δαπάνες (τιμή κόστους) συνυπολογίζεται η μέση Αποδοτικότητα (υπολογισμένη σύμφωνα με το βασικό Φόντο της Παραγωγής και όχι σύμφωνα με τα κόστη), δηλαδή σύμφωνα με τον τύπο C + V + Ρ , και αυτός είναι στην πραγματικότητα ο τύπος της μέσης Τιμής της καπιταλιστικής Παραγωγής, σύμφωνα με την οποία ίδιου μεγέθους επενδυόμενα κεφάλαια απαιτούν ίδιου μεγέθους Κέρδη. Αυτό το είδος διάρθρωσης Τιμών, γεννημένο στη βάση του ανταγωνισμού, βαθαίνει ακόμα παραπέρα τον ανταγωνισμό μεταξύ των σοβιετικών επιχειρήσεων, ο οποίος λαβαίνει χώρα όλο και πιο ανοιχτά και με μεγαλύτερη οξύτητα. Σ’αυτό πρέπει να προστεθεί, ότι ο καθορισμός των Τιμών έχει αφεθεί, σ’ένα μεγάλο μέρος στην αρμοδιότητα των ίδιων των επιχειρήσεων, οι οποίες καθορίζουν τις Τιμές σε εξάρτηση με την συγκυρία της Αγοράς.

Από την άλλη πλευρά πρέπει να τονιστεί, ότι ο εκφυλισμός των σχέσεων Διεύθυνσης συνδέεται στενά μ’ολόκληρο το προτσές του εκφυλισμού των ηγετικών στελεχών. Η γραφειοκρατικοποίηση και η τεχνοκρατικοποίηση των στελεχών, η απογύμνωσή τους από το επαναστατικό πνεύμα, η απομάκρυνση από τις προλεταριακές Αρχές και η μετατροπή τους σε "apparatschiks" (ρεβιζιονιστικός μηχανισμός στελεχών που δεν έχει καμιά σχέση με την εργατική τάξη) δημιούργησαν στη Σοβιετική Ένωση την κοινωνική βάση, πάνω στην οποία στηρίχτηκε και στηρίζεται και σήμερα η ρεβιζιονιστική κλίκα. Ο εκφυλισμός των στελεχών και η μετατροπή τους σε παντοδύναμα "apparatschiks", η κατάργηση του ελέγχου της εργατικής τάξης πάνω στη δραστηριότητά τους μετέτρεψε τη σοβιετική εργατική τάξη από διευθύνουσα τάξη της χώρας σε μια απλή παραγωγική δύναμη, σ’ένα απλό εκτελεστικό όργανο, που την εκμεταλλεύεται ανελέητα η νέα ρεβιζιονιστική μπουρζουαζία.

Μ’αυτόν τον τρόπο ο εκφυλισμός όλων των στοιχείων των σχέσεων παραγωγής - σαν περίπλοκο προτσές με αμοιβαίες επιδράσεις - οδηγεί σε πλήρη και οριστική παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες. Ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια έχει πει: «οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές κατέστρεψαν οριστικά το σοσιαλιστικό σύστημα στις χώρες τους, με το να το έχουν μετατρέψει σ’ένα καπιταλιστικό σύστημα» (Ενβέρ Χότζια, Εισηγήσεις και Λόγοι 1972 - 1973, σελ. 185).

Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση και στις υπόλοιπες ρεβιζιονιστικές χώρες συνοδεύτηκε απ’όλα τα αρνητικά φαινόμενα της καπιταλιστικής οικονομίας. Με την εντατική ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας εμφανίζεται μια χαρακτηριστική μείωση του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης. Στα χρόνια 1971-1975 έπεσε το ετήσιο ποσοστό αύξησης του εθνικού εισοδήματος κατά 2,2 φορές σε σχέση με τα χρόνια 1945 - 1960, η βιομηχανική παραγωγή 2 φορές και η γεωργική παραγωγή 2,7 φορές. Στην οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης και των υπόλοιπων ρεβιζιονιστικών χωρών οι κρίσεις, η χρόνια ανεργία και η υποαπασχόληση των παραγωγικών δυνατοτήτων, είναι καθημερινά φαινόμενα.

0 αγώνας των μεμονωμένων επιχειρήσεων προς εξασφάλιση Φόντων με ευνοϊκούς όρους για πρόσθετα υλικό κίνητρα, για ευνοϊκές Πιστώσεις και Κεφάλαια, για μια περισσότερο κερδοφόρα διάρθρωση των σορτιμέντων (ποικιλία εμπορευμάτων) κλπ. δεν είναι παρά μια παραλλαγή ανταγωνισμού, ο οποίος δρα στην καπιταλιστική οικονομία. Μέσω της συνένωσης μεμονωμένων επιχειρήσεων, της συγχώνευσης και της αλλαγής της δραστηριότητάς τους οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές στην πραγματικότητα συγκαλύπτουν τα προτσές της χρεωκοπίας των διαφόρων καπιταλιστικών επιχειρήσεων, παρ’όλα αυτά όμως αυτή η χρεωκοπία υπάρχει στην πραγματικότητα. Ήδη υπάρχουν αρκετές σοβιετικές επιχειρήσεις σε κατάσταση αφερεγγυότητας (αδυναμία πληρωμής). Στο χρονικό διάστημα 1965 - 1975 ο αριθμός των επιχειρήσεων που δεν μπόρεσαν να ξοφλήσουν στην προθεσμία τους τα χρέη στις τράπεζες αυξήθηκε 2,5 φορές. Οι υπερβάσεις των προθεσμιών πληρωμής από τις σοβιετικές επιχειρήσεις, στο χρονικό διάστημα 1965 - 1975, έφθασαν στα 28 %, ενώ το συνολικό άθροισμα όλων των υποχρεώσεων που δεν ξοφλήθηκαν στην προθεσμία τους ανέβηκε σε 78 %.

Τώρα, που η πλήρης παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση έχει απόλυτα ολοκληρωθεί, προκύπτει εκείνο το χαρακτηριστικό φαινόμενο για κάθε καπιταλιστική οικονομία, συγκεκριμένα: η αύξηση των ανωτάτων κερδών της καπιταλιστικής τάξης και η πραγματική μείωση της αποδοτικότητας της κοινωνικής παραγωγής στα πλαίσια ολόκληρης της κοινωνίας (υπολογισμένη στο δείκτη του εθνικού εισοδήματος). Όπως υπολογίστηκε, η αποδοτικότητα της κοινωνικής παραγωγής στη Σοβιετική Ένωση μειώθηκε 8,4 %, εκ των οποίων 5,5 % μόνο στη βιομηχανία.

* * *

Το Κόμμα και ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια αναλύοντας την προδοσία των ρεβιζιονιστών στη Σοβιετική Ένωση και στις άλλες ρεβιζιονιστικές χώρες, ήταν οι πρώτοι που πρόβλεψαν την παλινόρθωση του καπιταλισμού σ’αυτές τις χώρες. Το Κόμμα μας που ακολουθεί πάντα με συνέπεια το σωστό μαρξιστικό - λενινιστικό δρόμο του βάθυνε ταυτόχρονα τα μέτρα για την ολόπλευρη επαναστατικοποίηση της ζωής στη χώρα μας.

«Η Σοσιαλιστική Αλβανία» τόνισε ο σύντροφος Ενβέρ Χότζια στο 7ο συνέδριο του ΚΕΑ, «δίνει ένα μεγάλο παράδειγμα που δείχνει ότι η γέννηση του ρεβιζιονισμού και η επιστροφή στον καπιταλισμό δεν είναι κάτι το μοιραίο, όπως προσπαθούν να παρουσιάσουν το ζήτημα οι αστοί ιδεολόγοι. Μαρτυρεί τη ζωτικότητα του σοσιαλισμού, την ακατάβλητη δύναμη των μαρξιστικών - λενινιστικών ιδεών, οι οποίες όταν εφαρμόζονται με συνέπεια οδηγούν σίγουρα προς τα μπρος την υπόθεση της επανάστασης και της Διχτατορίας του Προλεταριάτου. Η σωστή κατανόηση αυτού του προβλήματος, η διαλεκτική του θεώρηση έχει μεγάλη σημασία από άποψη Αρχών και συνδέεται άμεσα με τις τύχες του σοσιαλισμού» (Ενβέρ Χότζια, Έκθεση στο 7ο συνέδριο του ΚΕΑ, σελ. 140-149).

Δεν υπάρχουν σχόλια: